Νέα

Από την 1η Μαρτίου 2022 όλοι οι ιδιοκτήτες σκύλου ή γάτας είναι υποχρεωμένοι να στειρώσουν το δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς τους. Η στείρωση, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 1 περ. α του Ν. 4830/2021, πρέπει να γίνεται εντός έξι (6) μηνών από την απόκτηση του ζώου εφόσον αυτό είναι άνω του ενός (1) έτους. Σε περίπτωση δε απόκτησης του ζώου κάτω του ενός (1) έτους, η στείρωση πρέπει να γίνεται μέσα στους πρώτους έξι (6) πρώτους μήνες από τη  συμπλήρωση του πρώτου (1ου) έτους.

Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη, από την υποχρέωση στείρωσης του ζώου τους απαλλάσσονται οι ιδιοκτήτες αυτοί ζώου, οι οποίοι έχουν αποστείλει δείγμα γενετικού υλικού (DNA) στο Εργαστήριο Φύλαξης και Ανάλυσης Γενετικού Υλικού Ζώων Συντροφιάς (ΕΦΑΓΥΖΣ). Η συλλογή δείγματος γενετικού υλικού και η αποστολή του στο ΕΦΑΓΥΖΣ γίνονται αποκλειστικά από κτηνίατρο, μέλος του Πανελλήνιου Κτηνιατρικού Συλλόγου, ο δε ιδιοκτήτης του ζώου υποβάλλει για την λήψη, την καταχώριση και την διατήρηση του γενετικού υλικού για τουλάχιστον δώδεκα (12) έτη, εφάπαξ ηλεκτρονικό παράβολο ύψους εκατό πενήντα (150) ευρώ.

Από την 1η Σεπτεμβρίου 2022 επιβάλλεται στον ιδιοκτήτη δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς (σκύλου ή γάτας), ο οποίος δεν έχει στειρώσει το ζώο του ή δεν έχει αποστείλει δείγμα γενετικού υλικού (DNA) αυτού πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ και χορηγείται σε αυτόν τρίμηνη προθεσμία για να προβεί στη στείρωση ή την αποστολή δείγματος γενετικού υλικού του ζώου. Αν περάσει άπρακτη και αυτή η προθεσμία, του επιβάλλεται εκ νέου το ίδιο πρόστιμο.

 

 

Στα πλαίσια της προστασίας της οικογένειας με τον νέο νόμο εισάγονται ορισμοί της άδειας πατρότητας, της άδειας φροντιστή, της γονικής άδειας, του συγγενή, των ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας και του φροντιστή. Επιπλέον θεσμοθετούνται ή επεκτείνονται άδειες  ως εξής:

Άδεια πατρότητας, 14 ημέρες με αποδοχές: Η άδεια αυτή χορηγείται συνολικά ή τμηματικά σύμφωνα με την αίτηση του εργαζόμενου ως εξής είτε: α) ο εργαζόμενος λαμβάνει δύο (2) ημέρες άδειας πριν την αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού, προκειμένου να καλύπτονται οι ανάγκες που συνδέονται με την εγκυμοσύνη και τον τοκετό, οπότε στην περίπτωση αυτή, οι υπόλοιπες δώδεκα (12) ημέρες, χορηγούνται, συνολικά ή τμηματικά, άμεσα λόγω της γέννησης του τέκνου, εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία γέννησης είτε β)  χορηγείται το σύνολο των ημερών αδείας μετά την ημερομηνία γέννησης. Την άδεια δικαιούται κάθε εργαζόμενος πατέρας, χωρίς καμία απολύτως προϋπόθεση και ανεξάρτητα από την οικογενειακή του κατάσταση. Υπενθυμίζεται ότι η άδεια πατρότητας με το προηγούμενο καθεστώς ήταν δύο ημέρες. Η άδεια πατρότητας χορηγείται επίσης σε περίπτωση υιοθεσίας ή αναδοχής τέκνου έως 8 ετών , από την ένταξη του στη οικογένεια

Γονική άδεια διάρκειας 4 μηνών: χορηγείται συνεχόμενα ή τμηματικά και για τους δύο γονείς με επίδομα από τον ΟΑΕΔ για τους δύο πρώτους μήνες, ίσο με τον κατώτατο μισθό. Μόνη προϋπόθεση είναι η επί 1 έτος απασχόληση του εργαζόμενου στον ίδιο εργοδότη. Αν υπάρχουν περισσότερα παιδιά, οι γονείς έχουν δικαίωμα να πάρουν άδεια και για αυτά, εφόσον από τη λήξη της άδειας που δόθηκε για το  προηγούμενο παιδί μεσολάβησε ένας χρόνος πραγματικής απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη. Κατ’ εξαίρεση, γονείς διδύμων, τριδύμων ή και περισσότερων πολύδυμων τέκνων δικαιούνται να λάβουν τη γονική άδεια για κάθε παιδί ξεχωριστά, διακεκομμένα ή και συνεχόμενα, χωρίς να μεσολαβήσει ένας χρόνος πραγματικής υπηρεσίας. Σε περίπτωση υιοθεσίας ή αναδοχής τέκνου ηλικίας έως οκτώ ετών, η γονική άδεια χορηγείται από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια. Έπειτα από αίτηση του εργαζόμενου η γονική άδεια μπορεί να χορηγείται εναλλακτικά με τη μορφή μειωμένου ημερήσιου ωραρίου ή σε ημέρες άδειας, χωρίς να θίγεται το δικαίωμα του εργαζόμενου να λάβει το επίδομα γονικής άδειας.

Άδεια φροντιστή: η άδεια (άνευ αποδοχών) χορηγείται για την κάλυψη σημαντικών αναγκών ή φροντίδας συγγενών ή άλλων προσώπων που κατοικούν στο ίδιο νοικοκυριό, για σοβαρό ιατρικό λόγο. Προϋπόθεση είναι η συμπλήρωση 6 μηνών εργασίας και η διάρκεια της άδειας είναι έως 5 ημέρες για κάθε ημερολογιακό έτος.

Θεσμοθετείται δικαίωμα απουσίας του γονέα ή φροντιστή έως δύο φορές το χρόνο και για μία ημέρα κάθε φορά για λόγους ανωτέρας βίας (π.χ. ασθένεια ή ατύχημα του παιδιού ή του προσώπου που χρήζει φροντίδας η οποία βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση). Η άδεια είναι με αποδοχές.

Γονείς παιδιών έως 12 ετών και φροντιστές δικαιούνται να ζητούν ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας (όπως τηλεργασία, ευέλικτο ωράριο εργασίας ή μερική απασχόληση) με προϋπόθεση ο εργαζόμενος να έχει συμπληρώσει έξι μήνες εργασίας στον ίδιο εργοδότη.

Με άλλες διατάξεις του νόμου, οι εργαζόμενες που υιοθετούν τέκνο έως οκτώ ετών δικαιούνται το μεταγενέθλιο τμήμα της άδειας μητρότητας των 9 εβδομάδων, θεσπίζεται άδεια εργαζομένων γυναικών για υποβολή σε μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, ενώ συμπληρώνεται, κωδικοποιείται και βελτιώνεται το πλαίσιο για τη χορήγηση σειράς αδειών που προέβλεπε ήδη η νομοθεσία (όπως οι άδειες φροντίδας τέκνου, παρακολούθησης σχολικής επίδοσης, γάμου, προγεννητικών εξετάσεων, ασθένειας παιδιού, σοβαρών νοσημάτων, νοσηλείας, κ.ά.)

Τέλος, προβλέπεται ρητά ότι η απόλυση εργαζόμενου, επειδή ζήτησε ή έλαβε άδεια ή ευέλικτη ρύθμιση απαγορεύεται και είναι άκυρη ενώ σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης ισχύει η αντιστροφή του βάρους της απόδειξης. Δηλαδή ο εργοδότης θα πρέπει να αποδείξει στο δικαστήριο ότι η απόλυση έγινε για άλλους λόγους.

                                                                                           Βασίλης Κορλός

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

 

Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα , λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που δημιουργούνται για την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών  λόγω της εμφάνισης του κορωνοιού  εξέδωσε με την υπ’αριθμὀ 5/2020 απόφαση της  Ολομέλειας της, κατευθυντήριες γραμμές  για την επεξεργασία δεδομένων  προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της διαχείρισης του COVID -19.

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής το δικαίωµα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο δικαίωµα. Πρέπει να εκτιµάται σε σχέση µε τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθµίζεται σε σχέση µε άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σύμφωνα µε την αρχή της αναλογικότητας (αιτ. σκ. 4 ΓΚΠ∆). Με βάση το σκεπτικό της  Αρχής προκύπτει ότι η εφαρμογή του νοµικού πλαισίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν συνιστά εµπόδιο στη λήψη των αναγκαίων µέτρων αντιμετώπισης του κορωνοϊού. Αντιθέτως, παρέχονται οι νοµικές βάσεις για την αναγκαία επεξεργασία, µε την επιφύλαξη ότι τηρούνται οι βασικές αρχές και εξασφαλίζονται οι σχετικές ουσιαστικές και διαδικαστικές εγγυήσεις και προϋποθέσεις σύννοµης επεξεργασίας.  Επισημαίνεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα υγείας στο πλαίσιο λήψης µέτρων κατά του κορωνοϊού διενεργείται από τις αρµόδιες δηµόσιες αρχές ως απαραίτητη για λόγους δηµοσίου συμφέροντος στον τοµέα της δημόσιας υγείας, στις οποίες περιλαμβάνεται και η προστασία έναντι σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας κατ’ άρ. 9 παρ. 2 εδ. θ’ ΓΚΠ∆ . Ως εκ τούτου οι αρµόδιες δηµόσιες αρχές αποτελούν τους υπευθύνους επεξεργασίας που επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απλά και υγείας (ειδικής κατηγορίας) για την προστασία της δημόσιας υγείας.

Όσον αφορά τον ιδιωτικό τοµέα, ιδίως τις εργασιακές σχέσεις, από τις κείµενες διατάξεις (ιδίως από εκείνες των άρθρων 42, 45 και 49 ν. 3850/2010)  προκύπτει ότι, αφενός, ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων λαµβάνοντας τα αναγκαία συναφή προστατευτικά µέτρα προς αποφυγή επέλευσης σοβαρού, άµεσου και αναπόφευκτου κινδύνου αυτών, εγγυώμενος το ασφαλές και υγιές περιβάλλον εργασίας µε τη συνδροµή των εργαζομένων, αφετέρου, οι εργαζόμενοι οµοίως υποχρεούνται να εφαρμόζουν τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των ιδίων αλλά και άλλων ατόµων που επηρεάζονται από πράξεις ή παραλείψεις τους, περιλαμβανομένης της υποχρέωσής τους να αναφέρουν αµέσως στον εργοδότη ή/και στον εκτελούντα καθήκοντα ιατρού εργασίας όλες τις καταστάσεις που µπορεί να θεωρηθεί εύλογα ότι παρουσιάζουν άµεσο και σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία. Στο µέτρο κατά το οποίο εφαρμόζεται η νουθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι εργοδότες νομιμοποιούνται να επεξεργάζονται δεδομένα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και των ιδίων τηρουμένων των αρχών του άρθρου 5 ΓΚΠ∆, σύµφωνα µε τις νοµικές βάσεις των  διατάξεων  των άρθρων 6 παρ. 1, ιδίως, εδ. γ’, δ’ και ε’, 9 παρ. 2, ιδίως, εδ. β’, ε’ και θ’ ΓΚΠ∆ ( δηλαδή όταν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση µε έννοµη υποχρέωση του υπευθύνου επεξεργασίας, η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου, η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται για το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας, η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των υποχρεώσεων και την άσκηση συγκεκριμένων δικαιωμάτων του υπευθύνου επεξεργασίας ή του υποκειμένου των δεδομένων στον τοµέα του εργατικού δικαίου και του δικαίου κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας, επεξεργασία αφορά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το υποκείμενο των δεδοµένων,η επεξεργασία είναι απαραίτητη για σκοπούς προληπτικής ή επαγγελµατικής ιατρικής εκτίµησης της ικανότητας προς εργασία του εργαζομένου, ιατρικής διάγνωσης, παροχής υγειονομικής ή κοινωνικής περίθαλψης ή θεραπείας ή διαχείρισης υγειονομικών και κοινωνικών συστημάτων και υπηρεσιών, η επεξεργασία είναι απαραίτητη για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τοµέα της δημόσιας υγείας, όπως η προστασία έναντι σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας ή η διασφάλιση υψηλών προτύπων ποιότητας και ασφάλειας της υγειονομικής περίθαλψης και των φαρµάκων ή των ιατροτεχνολογικών προϊόντων) .

Η Αρχή επισημαίνει ότι  η συλλογή και η εν γένει επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρουσιάζουν επαχθή χαρακτήρα και συνιστούν περιορισµό ατοµικών δικαιωμάτων, όπως π.χ. η θερμομέτρηση στην είσοδο του χώρου εργασίας,  πρέπει να λαµβάνει χώρα, τηρουμένων των νοµίµων προϋποθέσεων, αφού θα έχει προηγουμένως αποκλειστεί κάθε διαθέσιµο πρόσφορο µέτρο, το οποίο θα επιλέξει ο υπεύθυνος επεξεργασίας, υπό τον όρο ότι εφαρμόζεται η νοµοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα. Αντίθετα, µια συστηµατική, διαρκής και γενικευμένη συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που οδηγεί στην κατάρτιση και συνεχή ανανέωση προφίλ υγείας εργαζομένων, δύσκολα θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως σύµφωνη µε την αρχή της αναλογικότητας.

Τέλος η Αρχή επιφυλάχθηκε να εκδώσει ειδικότερες οδηγίες.

  Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης έχουν υιοθετηθεί από τις σύγχρονες νομοθεσίες και πρακτικές των  χωρών της Ε.Ε., άλλοτε με απόλυτο τρόπο, άλλοτε με προϋποθέσεις.  Οι νέες αυτές μορφές εργασίας έχουν μετατρέψει το εργατικό δίκαιο  σε εργατικό δίκαιο της ευελιξίας  λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις παρακάτω παραμέτρους για να προστατεύεται η  εργασία  και οι εργαζόμενοι έναντι της ευελιξίας :

α. Την κατοχύρωση ίσων και αναλόγων δικαιωμάτων,

β. Την ίση μεταχείριση,

γ. Την κοινωνική ασφάλιση,

δ. Την διατήρηση των θέσεων εργασίας έστω και με άλλους όρους.

 Μια από τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι η τηλεργασία.

Η τηλεργασία μπορεί να παρέχεται από το σπίτι του τηλεργαζομένου (κατ’ οίκον τηλεργασία/home-based telework) ή από προσωρινούς χώρους εργασίας κατά τη διάρκεια των μετακινήσεών του (κινητή τηλεργασία/mobile telework), είτε από ειδικά οργανωμένους χώρους γραφείων για εργαζόμενους διαφορετικών εταιριών (τηλεργασία από τηλεκέντρο/telecentre).

  Με τον Ν. 4808/2021 αντικαθίσταται το άρθρο 5 του Ν. 3846/2010 , που αφορά στην τηλεργασία . Ορίζεται λοιπόν  ότι τηλεργασία είναι η εξ αποστάσεως παροχή της εξαρτημένης εργασίας του εργαζομένου και με τη χρήση της τεχνολογίας, δυνάμει της σύμβασης εργασίας πλήρους, μερικής, εκ περιτροπής ή άλλης μορφής απασχόλησης, η οποία θα μπορούσε να παρασχεθεί και από τις εγκαταστάσεις του εργοδότη.  Η τηλεργασία συμφωνείται εγγράφως μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου κατά την πρόσληψη ή με έγγραφη τροποποίηση της σύμβασης εργασίας.

  Θεσπίζονται οι κανόνες για την κατ’ εξαίρεση μονομερή επιβολή της τηλεργασίας από τον εργοδότη αλλά και από τον εργαζόμενο.

  Κατά την τηλεργασία, ο εργοδότης αναλαμβάνει το κόστος που προκαλείται στον εργαζόμενο από τη μορφή αυτή εργασίας, όπως ιδίως  το κόστος του εξοπλισμού, εκτός εάν συμφωνηθεί να γίνεται χρήση εξοπλισμού του εργαζομένου, των τηλεπικοινωνιών, της συντήρησης του εξοπλισμού, και της αποκατάστασης των βλαβών και κάθε τι άλλο σχετικό

 Εντός οκτώ (8) ημερών από την έναρξη της τηλεργασίας, ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιήσει στον εργαζόμενο εγγράφως  τους όρους εργασίας στους οποίους περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α) Το δικαίωμα αποσύνδεσης του εργαζόμενου

β) Την ανάλυση του πρόσθετου κόστους, με το οποίο επιβαρύνεται περιοδικώς ο τηλεργαζόμενος από την τηλεργασία, ιδίως, το κόστος τηλεπικοινωνιών, του εξοπλισμού και της συντήρησής του και τους τρόπους κάλυψής του από τον εργοδότη.

γ) Τον αναγκαίο για την παροχή τηλεργασίας εξοπλισμό, τον οποίο διαθέτει ο τηλεργαζόμενος ή του παρέχει ο εργοδότης και τις διαδικασίες τεχνικής υποστήριξης, συντήρησης και αποκατάστασης των βλαβών του εξοπλισμού αυτού.

δ) Οποιουσδήποτε περιορισμούς στη χρήση του εξοπλισμού ή εργαλείων πληροφορικής, όπως το διαδίκτυο και τις κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασής τους.

ε) Συμφωνία περί τηλετοιμότητας, τα χρονικά όρια αυτής και τις προθεσμίες ανταπόκρισης του εργαζομένου.

στ) Τους όρους υγιεινής και ασφάλειας της τηλεργασίας και τις διαδικασίες αναγγελίας εργατικού ατυχήματος, που ο τηλεργαζόμενος οφείλει να  τηρεί.

ζ) Την υποχρέωση για προστασία των επαγγελματικών δεδομένων, καθώς και των προσωπικών δεδομένων του τηλεργαζομένου και τις ενέργειες και διαδικασίες που απαιτούνται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής.

 Η τηλεργασία μπορεί να παρέχεται κατά πλήρη, μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό με απασχόληση στις εγκαταστάσεις του εργοδότη.

 Με την επιφύλαξη των διαφοροποιήσεων που οφείλονται στη φύση της τηλεργασίας, οι τηλεργαζόμενοι έχουν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις με τους συγκρίσιμους εργαζομένους εντός των εγκαταστάσεων της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, ιδίως σε σχέση με τον όγκο εργασίας, τα κριτήρια και τις διαδικασίες αξιολόγησης, τις επιβραβεύσεις, την πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν στην επιχείρηση, την κατάρτιση και επαγγελματική τους εξέλιξη, τη συμμετοχή σε σωματεία, τη συνδικαλιστική τους δράση και την απρόσκοπτη και εμπιστευτική επικοινωνία τους με τους συνδικαλιστικούς τους εκπροσώπους.

 Ο εργοδότης ελέγχει την απόδοση του εργαζομένου κατά τρόπο που σέβεται την ιδιωτική του ζωή και είναι σύμφωνος με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Απαγορεύεται η χρήση της κάμερας (web cam) για τον έλεγχο της απόδοσης του εργαζομένου.

  Ο εργοδότης είναι υπεύθυνος για την προστασία της υγείας και της επαγγελματικής ασφάλειας του τηλεργαζομένου, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία. Ο εργοδότης πληροφορεί τον τηλεργαζόμενο για την πολιτική της επιχείρησης όσον αφορά στην υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, η οποία περιλαμβάνει ιδίως τις προδιαγραφές του χώρου τηλεργασίας, τους κανόνες χρήσης οθονών οπτικής απεικόνισης, τα διαλείμματα, τα οργανωτικά και τεχνικά μέσα  και κάθε άλλο αναγκαίο στοιχείο. Ο τηλεργαζόμενος υποχρεούται να εφαρμόζει τη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία και να μην υπερβαίνει το ωράριο εργασίας του. Κατά την παροχή τηλεργασίας από τον τηλεργαζόμενο τεκμαίρεται ότι ο χώρος τηλεργασίας πληροί τις παραπάνω προδιαγραφές και ότι ο τηλεργαζόμενος τηρεί τους κανόνες περί υγιεινής και ασφάλειας.

 Ο  τηλεργαζόμενος έχει δικαίωμα αποσύνδεσης, το οποίο συνίσταται στο δικαίωμά του να απέχει πλήρως από την παροχή της εργασίας του και ιδίως να μην επικοινωνεί ψηφιακώς και να μην απαντά σε τηλεφωνήματα, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή σε οποιασδήποτε μορφής επικοινωνία εκτός ωραρίου εργασίας και κατά τη διάρκεια των νόμιμων αδειών του. Απαγορεύεται κάθε δυσμενής διάκριση σε βάρος τηλεργαζομένου, επειδή άσκησε το δικαίωμα αποσύνδεσης. Τα τεχνικά και οργανωτικά μέσα, που απαιτούνται για να εξασφαλίσουν την αποσύνδεση του τηλεργαζομένου από τα ψηφιακά εργαλεία επικοινωνίας και εργασίας αποτελούν υποχρεωτικούς όρους της σύμβασης τηλεργασίας και συμφωνούνται μεταξύ του εργοδότη και των εκπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση. Σε περίπτωση έλλειψης συμφωνίας, τα μέσα του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται από τον εργοδότη και γνωστοποιούνται από αυτόν σε όλους τους εργαζόμενους.     

Ντορίνα Κορακά

Με την Υ.Α. 60201/Δ7.1422/2019 κατηγοριοποιούνται οι παραβάσεις και καθορίζεται το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται από τους Επιθεωρητές Εργασιακών Σχέσεων του ΣΕΠΕ.

 Για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων συνεκτιμώνται (α) η σοβαρότητα της παράβασης, (β) ο αριθμός των εργαζομένων, (γ) η επανειλημμένη επιβολή κυρώσεων για παρόμοιες παραβάσεις, (δ) ο αριθμός των εργαζομένων που θίγονται, (ε) το μέγεθος της επιχείρησης, (στ) το καθεστώς απασχόλησης, (ζ) η υπαιτιότητα. Τα παραπάνω κριτήρια εξειδικεύονται στην Υπουργική Απόφαση.

 Οι παραβάσεις διακρίνονται σε γενικές παραβάσεις (π.χ. το σύνολο του προσωπικού / ή κατηγορία αυτού, στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας) και ατομικού χαρακτήρα παραβάσεις που θίγουν ατομικά κάθε εργαζόμενο. Οι εν λόγω παραβάσεις κατατάσσονται σε 4 κατηγορίες: χαμηλής, σημαντικής, υψηλής και πολύ υψηλής σοβαρότητας.

 Οι επιχειρήσεις κατατάσσονται κατά μέγεθος με βάση τον αριθμό των εργαζομένων.

 Στην Υ.Α. προσδιορίζεται ο τρόπος υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται. Ενδεικτικά για γενικές παραβάσεις το ύψος του προστίμου υπολογίζεται ανεξάρτητα από αριθμό θιγομένων ως εξής:

α. Σε επιχείρηση/εργοδότη που απασχολεί από 1 έως 10 άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται:

300,00 ευρώ για χαμηλές,

500,00 ευρώ για σημαντικές,

1.000,00 ευρώ για υψηλές και

1.800,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις.

β. Σε επιχείρηση/εργοδότη που απασχολεί από 11 έως 20 άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται:

400,00 ευρώ για χαμηλές,

800,00 ευρώ για σημαντικές,

1.200,00 ευρώ για υψηλές και

2.000,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις.

γ. Σε επιχείρηση/εργοδότη που απασχολεί από 21 -50 άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται:

800,00 ευρώ για χαμηλές,

1.500,00 ευρώ για σημαντικές,

2.000,00 ευρώ για υψηλές και

3.000,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις.

δ. Σε επιχείρηση/εργοδότη που απασχολεί από 51 -150 άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται:

1.000,00 ευρώ για χαμηλές,

2.000,00 ευρώ για σημαντικές,

2.500,00 ευρώ για υψηλές και

4.000,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις.

ε. Σε επιχείρηση/εργοδότη που απασχολεί από 151 -250 άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται:

1.500,00 ευρώ για χαμηλές,

2.500,00 ευρώ για σημαντικές,

3.000,00 ευρώ για υψηλές και

6.000,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις.

στ. Σε επιχείρηση/εργοδότη που απασχολεί από 251 και άνω άτομα προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας, το συνολικό πρόστιμο για κάθε παράβαση ορίζεται:

2.000,00 ευρώ για χαμηλές,

3.000,00 ευρώ για σημαντικές,

4.000,00 ευρώ για υψηλές και

8.000,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις.

 Για ατομικές παραβάσεις το πρόστιμο υπολογίζεται ανά θιγόμενο εργαζόμενο αναλόγως της παράβασης σε ποσά από 300,00 – 350,00 ευρώ για χαμηλές παραβάσεις,  400,00 – 750,00 ευρώ για σημαντικές παραβάσεις, 800,00 – 950,00 ευρώ για υψηλές παραβάσεις, 1.000,00 – 2.000,00 ευρώ για πολύ υψηλές παραβάσεις και 2.000,00 – 4.000,00 ευρώ για συγκεκριμένες παραβάσεις που αναφέρονται στην Υ.Α.

Είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης η επιφυλακτικότητα σε καθετί καινούργιο , το οποίο δεν γνωρίζουμε , το οποίο μας δημιουργεί ανασφάλεια και θα τολμήσω να πω μας ξεβολεύει γιατί μας βγάζει από τα τετριμμένα ….

Η διαμεσολάβηση είναι μια καινούργια διαδικασία που θέλει να αντικαταστήσει τα ανθρώπινα συναισθήματα του θυμού , της εκδίκησης , της αντεκδίκησης , τις εκφράσεις «θα του δείξω εγώ» και φυσικά άλλες παρόμοιες με το πραγματικό μας συμφέρον . Θέλει να ικανοποιήσει τα συναισθήματά μας αλλά και τις ουσιαστικές μας ανάγκες μέσα από την εξεύρεση λύσεων που είναι εφικτές, ανταποκρίνονται στις ανάγκες μας , μας ικανοποιούν πραγματικά και είναι οι καλύτερες δυνατές για το κάθε μέρος . Φυσικά θα αναρωτηθείτε αν κάτι τέτοιο είναι εφικτό . Δεν θα το ξέρετε αν δεν το δοκιμάσετε . Εγώ απλά θεωρώ πως αξίζει τον κόπο να το προσπαθήσετε , με την προϋπόθεση να είστε ανοικτοί στην νέα αυτή πρόκληση. Εγγυήσεις δεν υπάρχουν αλλά η προσπάθεια αξίζει.

Η διαμεσολάβηση διέπεται από τον Ν. 4640/2019 , όπως έχει τροποποιηθεί , και ως τέτοια, νοείται μια διαρθρωμένη διαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας με βασικά χαρακτηριστικά την εμπιστευτικότητα και την ιδιωτική αυτονομία, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη επιχειρούν εκουσίως, με καλόπιστη συμπεριφορά και συναλλακτική ευθύτητα, να επιλύσουν με συμφωνία μία διαφορά τους με τη βοήθεια διαμεσολαβητή.

Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν αστικές και εμπορικές διαφορές, εθνικού ή διασυνοριακού χαρακτήρα, υφιστάμενες ή μέλλουσες, εφόσον τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου.

Οι παρακάτω αστικές και εμπορικές διαφορές υπάγονται στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, εφόσον τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης του αντικειμένου της μεταξύ τους διαφοράς:

α) Οι οικογενειακές διαφορές, εκτός από αυτές των περιπτώσεων α`, β` και γ` της παραγράφου 1, καθώς και εκείνες της παραγράφου 2 του άρθρου 592 Κ.Πολ.Δ.,
β) Οι διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ` ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και Πολυμελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας,
γ) Οι διαφορές για τις οποίες σε έγγραφη συμφωνία των μερών προβλέπεται και είναι σε ισχύ ρήτρα διαμεσολάβησης.

Με το πέρας της διαδικασίας ο διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό διαμεσολάβησης που πρέπει να περιέχει: α) το ονοματεπώνυμο και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του διαμεσολαβητή, β) την ημερομηνία και τον τόπο που έλαβε χώρα η διαμεσολάβηση, γ) τα πλήρη στοιχεία των μερών που προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση και τα ονόματα των νομικών παραστατών τους, δ) αναφορά στη συμφωνία ή τον ειδικότερο τρόπο με τον οποίο τα μέρη προσέφυγαν στη διαμεσολάβηση, ε) τα πλήρη στοιχεία τυχόν άλλων προσώπων που μετείχαν με οποιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία της διαμεσολάβησης και στ) τη συμφωνία στην οποία κατέληξαν τα μέρη κατά τη διαμεσολάβηση ή τη διαπίστωση περί μη επίτευξης συμφωνίας.
Το πρακτικό υπογράφεται από τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους νομικούς παραστάτες τους. Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας, το πρακτικό μπορεί να υπογράφεται μόνο από τον διαμεσολαβητή. Κάθε μέρος δύναται να καταθέσει το πρακτικό επίτευξης συμφωνίας οποτεδήποτε στη γραμματεία του καθ` ύλην και κατά τόπο αρμόδιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί ή πρόκειται να εισαχθεί η εκδίκαση της υπόθεσης. Το πρακτικό της διαμεσολάβησης του παρόντος άρθρου αποτελεί, από την κατάθεσή του στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου, εκτελεστό τίτλο ,εφόσον η συμφωνία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης. Το απόγραφο εκδίδεται ατελώς από τον δικαστή ή τον πρόεδρο του αρμόδιου Δικαστηρίου.

Ως διαμεσολαβητής, νοείται τρίτο πρόσωπο σε σχέση με τα συμμετέχοντα μέρη και τη διαφορά, το οποίο αναλαμβάνει να διαμεσολαβήσει με κατάλληλο, αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο, διευκολύνοντάς τα να βρουν μια κοινά αποδεκτή λύση για τη διαφορά τους. Οι διαμεσολαβητές είναι διαπιστευμένοι από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης και είναι εγγεγραμμένοι στα Μητρώα διαμεσολαβητών. Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται να ενεργεί έναντι των μερών κατά τρόπο απαλλαγμένο από προσωπικές κρίσεις, πεποιθήσεις και προκαταλήψεις και να μεριμνά για την ισότιμη συμμετοχή και διευκόλυνση όλων των μερών στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαμεσολάβησης. Ο διαμεσολαβητής υποχρεούται να μην αναλαμβάνει τη διενέργεια διαμεσολάβησης και, εάν έχει ήδη αναλάβει να μην τη συνεχίσει, προτού γνωστοποιήσει στα μέρη τυχόν στοιχεία ή γεγονότα που ενδέχεται να επηρεάσουν ή να δώσουν την εντύπωση ότι επηρεάζουν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία του. Κατ` εξαίρεση, στην περίπτωση αυτή ο διαμεσολαβητής επιτρέπεται να αναλάβει καθήκοντα διαμεσολάβησης ή να εξακολουθεί να τα ασκεί μόνο με τη ρητή συγκατάθεση των μερών και εφόσον είναι βέβαιος ότι είναι σε θέση να διεξαγάγει τη διαμεσολάβηση με εγγυήσεις αμεροληψίας και ανεξαρτησίας.

 

 Ντορίνα Κορακά

 Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια

 

Η Ντορίνα Κορακά , εταίρος της δικηγορικής μας εταιρείας  συμμετείχε ως εισηγήτρια στο συνέδριο του Συνεταιρισμού Ασφαλιστικών Διαμεσολαβητών «ΠΑΝΟΡΜΟΣ»  για την προστασία των Προσωπικών Δεδομένων.

 

 

Πριν λίγες μέρες η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέδωσε δελτίο σχετικά με την ικανοποίηση του δικαιώματος ενημέρωσης κατά την επεξεργασία δεδομένων μέσω συστημάτων βιντεοεπιτήρησης στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται πως «οι υπεύθυνοι επεξεργασίας που χρησιμοποιούν συστήματα βιντεοεπιτήρησης οφείλουν να παρέχουν πλήρη ενημέρωση για τη λειτουργία καμερών, πριν κάποιος εισέλθει στον επιτηρούμενο χώρο.

Για τον σκοπό αυτό είναι, κατά κανόνα, προσφορότερο να ακολουθείται πολυεπίπεδη προσέγγιση, δηλαδή να υπάρχουν ενημερωτικές πινακίδες για την άμεση ενημέρωση όσων εισέρχονται στον χώρο, οι οποίες να παραπέμπουν σε εύκολα προσβάσιμη αναλυτική ενημέρωση». Μαζί με το ενημερωτικό δελτίο, η Αρχή έθεσε στη διάθεση των ενδιαφερομένων και σχετικά υποδείγματα, στα οποία υπάρχει και σχετικό QR code το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί-συνδεθεί με ένα ενημερωτικό το οποίο θα περιέχει τις κάτωθι πληροφορίες:

• Η πλήρης ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας και, εφόσον υπάρχει, του εκπροσώπου του υπευθύνου επεξεργασίας

• Ο σκοπός της επεξεργασίας καθώς και η νομική βάση για την επεξεργασία

• Tα έννομα συμφέροντα που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας

• Τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι κατηγορίες/ιδιότητες των προσώπων που χειρίζονται το σύστημα. • Το χρονικό διάστημα για το οποίο αποθηκεύονται τα δεδομένα.

• Ο τρόπος με τον οποίο το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματά του τα οποία απορρέουν από τη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, προσδιορίζοντας ποια δικαιώματα εφαρμόζονται (πρόσβασης, περιορισμού, εναντίωσης και διαγραφής)

• Ενημέρωση για το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας σε εποπτική αρχή και για τα στοιχεία της εποπτικής Αρχή Η Αρχή, αναγνωρίζοντας ότι απαιτείται κάποιος χρόνος προσαρμογής των ενημερωτικών πινακίδων και κειμένων, καθώς και των σχετικών διαδικασιών κάλεσε όλους τους υπεύθυνους επεξεργασίας να συμμορφωθούν εντός 2 μηνών.

Με μία απόφαση , η οποία έρχεται σε αντίθεση με την μέχρι σήμερα νομολογία, η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έκρινε ότι η καταγραφή με κρυφές κάμερες ασφαλείας (απολυμένων) υπαλλήλων ισπανικής αλυσίδας σουπερμάρκετ, οι οποίοι εντοπίστηκαν να τελούν κλοπές από τον εργοδότη τους, δεν οδήγησε σε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική ζωή.

Με τη νέα της απόφαση στην υπόθεση López Ribalda and others v Spain, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου έκρινε - με μειοψηφία - ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και - ομόφωνα - ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης (δικαίωμα δίκαιης δίκης).

Θα πρέπει όμως να σημειωθεί και να ληφθεί υπόψιν ότι το  Δικαστήριο διαπίστωσε,  ότι τα ισπανικά δικαστήρια εξισορρόπησαν προσεκτικά τα δικαιώματα των υπαλλήλων - ύποπτων για κλοπή - και εκείνων του εργοδότη, διεξάγοντας εμπεριστατωμένη εξέταση της αιτιολόγησης της βιντεοεπιτήρησης. Προς αποφυγή  παρεξηγήσεων και γενικεύσεων καλό είναι να σταθεί κανείς  στο ότι το  Δικαστήριο, διαπίστωσε ότι υπήρξε σαφής αιτιολόγηση ενός τέτοιου μέτρου, λόγω εύλογης υποψίας για σοβαρά παραπτώματα, λαμβάνοντας υπόψη την έκταση και τις συνέπειες του μέτρου.

Με το άρθρο 22 του Ν. 4509/2017 αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 1438 και 1441 ΑΚ και έτσι πλέον η συναινετική λύση του γάμου επέρχεται με συμβολαιογραφική πράξη και όχι με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.

Ι. Η νομοθετική αυτή αλλαγή αποτελεί τομή στο οικογενειακό δίκαιο, καθότι η διαδικασία που θεσπίζεται για την έκδοση πλέον του συναινετικού διαζυγίου είναι σαφώς απλούστερη και πολύ πιο γρήγορη από την προηγούμενη (διαρκεί το πολύ, μόλις 12 μόνον ημέρες) και δίνει στα ζευγάρια που επιθυμούν να χωρίσουν τη δυνατότητα να το πράξουν άμεσα και γρήγορα, εφόσον συντρέχουν οι κάτωθι προϋποθέσεις :

   1) Οι σύζυγοι πρέπει να συνάψουν έγγραφη συμφωνία περί λύσεως του μεταξύ τους γάμου. Η συμφωνία αυτή  δεν μπορεί να εξαρτάται από όρους ή αιρέσεις ή προθεσμίες και υπογράφεται είτε απευθείας από τους συζύγους με την παρουσία των πληρεξουσίων δικηγόρων τους (Προσοχή : απαιτείται η ύπαρξη ξεχωριστού δικηγόρου για τον καθένα των συζύγων) και επικυρώνεται το γνήσιο της υπογραφής τους από την Γραμματεία του Ειρηνοδικείου της έδρας του συμβολαιογράφου που θα καταρτίσει την εν λόγω πράξη είτε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, στους οποίους όμως πρέπει να έχει δοθεί από τον κάθε σύζυγο ειδική συμβολαιογραφική πληρεξουσιότητα για τον σκοπό αυτό (το πληρεξούσιο αυτό έχει ισχύ μόνο για έναν μήνα – συνεπώς πρέπει να έχει  δοθεί σε χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο του μηνός από την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας).

   2) Στην περίπτωση που το ζευγάρι έχει ανήλικα τέκνα, ουσιαστική προϋπόθεση για να λυθεί ο γάμος τους με συναινετικό διαζύγιο, αποτελεί η ύπαρξη μεταξύ τους συμφωνίας περί ρυθμίσεως της επιμέλειας των τέκνων, της επικοινωνίας με αυτά και της διατροφής τους. Η συμφωνία αυτή συνάπτεται από τους συζύγους με τον ίδιο ως άνω υπό (1) τρόπο και ισχύει για δύο (2) τουλάχιστον έτη.

ΙΙ. Οι ως άνω έγγραφες συμφωνίες των συζύγων περί λύσεως του μεταξύ τους γάμου και περί  ρυθμίσεως της επιμέλειας των ανηλίκων τέκνων τους, της επικοινωνίας με αυτά και της διατροφής τους, υποβάλλονται στον συμβολαιογράφο που θα καταρτίσει την συμβολαιογραφική πράξη της λύσεως του γάμου τους, μετά την παρέλευση δεκαημέρου από την επομένη της ημερομηνίας θεώρησης του γνησίου της υπογραφής των συζύγων επί της έγγραφης συμφωνίας τους από τη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου ή από την επομένη της ημερομηνίας κατάρτισής της, αν αυτή έχει υπογραφεί από τους εφοδιασμένους με ειδικό πληρεξούσιο δικηγόρους του ζευγαριού. Πέραν αυτών απαιτείται να υποβληθούν από τους συζύγους στον συμβολαιογράφο : (α) η ληξιαρχική πράξη γάμου, (β) πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και (γ) επικυρωμένα αντίγραφα των πληρεξουσίων (αν υπάρχουν).

ΙΙΙ. Στη συνέχεια ο συμβολαιογράφος συντάσει την σχετική πράξη, στην οποία ενσωματώνει τις ως άνω συμφωνίες των συζύγων, τις οποίες και προσαρτά στην εν λόγω πράξη, βεβαιώνει τη λύση του γάμου και επικυρώνει τις συμφωνίες αυτές. Η πράξη αυτή υπογράφεται από τους συζύγους και τους δικηγόρους τους ή μόνο από τους τελευταίους, στην περίπτωση κατά την οποία αυτοί είναι εφοδιασμένοι, κατά τα προαναφερθέντα, με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο.

ΙVΗ λύση του γάμου επέρχεται με την κατάθεση της συμβολαιογραφικής πράξης λύσης του γάμου στο ληξιαρχείο, όπου και έχει καταχωρισθεί ο γάμος και από της ημερομηνίας καταθέσεως αυτής. Αν όμως ο γάμος είναι θρησκευτικός απαιτείται πριν η πνευματική λύση αυτού, η οποία παραγγέλλεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα.

V. Τέλος είναι πολύ σημαντικό και πρέπει να αναφερθεί ότι, με την νέα αυτή διαδικασία, η εν λόγω συμβολαιογραφική πράξη, στην οποία έχει ενσωματωθεί, κατά τα προαναφερθέντα, η συμφωνία των συζύγων για την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων τους, την επικοινωνία με αυτά και την διατροφή τους, αποτελεί τίτλο εκτελεστό για τα θέματα αυτά, υπό την προϋπόθεση ότι στην έγγραφη αυτή συμφωνία των συζύγων έχουν συμπεριληφθεί οι ρυθμίσεις των άρθρων 950 και 951 ΚΠολΔ. Σε αντίθετη περίπτωση, ο συμβολαιογράφος δεν μπορεί να προσδώσει στην πράξη του αυτή εκτελεστότητα ως προς τα ανω θέματα.

Το Ειρηνοδικείο Αθηνών με πρόσφατη απόφασή του απέρριψε αίτηση υπαγωγής στον Ν. 3869/2010, λόγω της παραβίασης της υποχρέωσης ειλικρίνειας σχετικά με την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη. Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του δημόσιες αναρτήσεις  του οφειλέτη σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης και απέρριψε την αίτηση.

Σελίδα 1 από 2